Το καλοκαίρι σιγά-σιγά φεύγει -έστω ημερολογιακά- αλλά πίσω του αφήνει μια σειρά από διαπιστώσεις, που όλα τα προηγούμενα χρόνια τις ακούγαμε ως προειδοποιήσεις αλλά δεν είχαμε πολλά, έντονα και ορατά σημάδια για να τα κατανοήσουμε.
Τις τελευταίες ημέρες έχουν έρθει στο φως της δημοσιότητας ρεπορτάζ και εικόνες σχεδόν από όλη τη χώρα, όπου κοινός παρονομαστής είναι το «στέγνωμα» ποταμών, λιμνών και φραγμάτων. Η λειψυδρία λοιπόν είναι εδώ, όπως επίσης και οι έντονοι καύσωνες που συνοδεύονται από περιόδους ξηρασίας.
Η «ΠτΔ» ήρθε σε επικοινωνία με τον πρώην αντιπρύτανη Παναγιώτη Δημόπουλο, λόγω της διπλής του ιδιότητας. Από τη μία, για να απαντήσει ακαδημαϊκά ως καθηγητής Βοτανικής Οικολογίας του Πανεπιστημίου Πατρών και από την άλλη, για να προσφέρει πολιτικά στο δημόσιο διάλογο ως γραμματέας του Τομέα Περιβάλλοντος του ΠΑΣΟΚ.
-Ποιοι οι κίνδυνοι από τον συνδυασμό λειψυδρίας, καυσώνων και παρατεταμένης ξηρασίας; Θα έχουν και οικονομικό αντίκτυπο;
Το Ακαθάριστο Εθνικό Προϊόν πλήττεται από την ξηρασίας και την έλλειψη βροχοπτώσεων. Πλέον θα έχουμε περιόδους διευρυμένες χωρίς βροχές. Ενώ για παράδειγμα την καταστροφή από μία πλημμύρα μπορούμε να τη δούμε, είναι πιο δύσκολο για τον κόσμο να καταλάβει τις επιπτώσεις της ξηρασίας. Η επιστημονική κοινότητα προειδοποιεί εδώ και 15 χρόνια πως υπάρχουν δεδομένα που δείχνουν άνοδο στις θερμοκρασίες και παρατεταμένες περιόδους ξηρασίας.
Οι επιπτώσεις σχετίζονται σε πρώτη φάση με την πρωτογενή παραγωγή και αργότερα με τον τουρισμό. Δύο φετινά παραδείγματα είναι όσα συνέβησαν στη Νάξο που είχε μειωμένη παραγωγή της φημισμένης ΠΟΠ πατάτας της, αλλά και στην Κέρκυρα που λόγω του τεράστιου όγκου τουριστών που υποδέχθηκε, πάρθηκε απόφαση να κόβεται το νερό.Οδηγούμαστε σε προβλήματα επισιτιστικής επάρκειας και επισιτιστικής ασφάλειας. Οι μακροχρόνιες επιπτώσεις της ξηρασίας θα πλήξουν την πρωτογενή παραγωγή και θα καταστρέψουν καλλιέργειες. Γι’ αυτό πρέπει να αποφασίσουμε τι θέλουμε ως χώρα, ποιες καλλιέργειες θέλουμε ανά περιοχή, αλλά και να εξετάσουμε τις υποδομές που διαθέτουμε και να τις συντηρούμε σε πρώτη φάση. Ολα αυτά είναι συνιστώσες του φαινομένου της κλιματικής αλλαγής. Πρέπει όμως να τα δούμε ολιστικά, όχι κατά περίπτωση.
-Πώς θα τα αντιμετωπίσουμε και κυρίως γιατί δεν το έχουμε κάνει ήδη;
Η Ευρωπαϊκή Ενωση έχει προτείνει από το 2020 έχει προτείνει την εκπόνηση Σχεδίων Αντιμετώπισης της Ξηρασίας. Δυστυχώς, δεν υπάρχει κανένας σχεδιασμός για την αντιμετώπιση της ξηρασίας μέχρι σήμερα, καθώς δεν ήταν δεσμευτικό από την πλευρά της ΕΕ.
Πρέπει ως χώρα να αποκτήσουμε ένα γενικό σχέδιο αλλά και ειδικά σχέδια ανά Περιφέρεια. Εχουμε τη δυνατότητα να το κάνουμε, αφού πλέον υπάρχει πληθώρα στοιχείων και επιστημονικών δεδομένων.
Στη χώρα μας, όμως, όλα τα πράγματα καθυστερούν καθώς δεν ευνοεί το υπάρχον λειτουργικό καθεστώς την ταχύτητα.
Θα έπρεπε να έχει ξεκινήσει η εκπόνηση του Σχεδίου από το 2021, ώστε να ολοκληρώνεται σήμερα. Απαιτούνται από δύο έως τέσσερα χρόνια. Μια μελέτη, όμως, δεν είναι έργα. Είναι η απαρίθμηση των όσων χρειάζεται να γίνουν. Ενώ, φυσικά, το μεγάλο ερωτηματικό είναι πού θα βρεθούν τα χρήματα. Αυτή την περίοδο βρισκόμαστε στην αρχή του νέου χρηματοδοτικού πλαισίου της ΕΕ. Θα έπρεπε να έχουμε έτοιμα τα σχέδιά μας.
Αν ξεκινήσουμε τώρα να εκπονούμε τις μελέτες, θα είμαστε έτοιμοι να δρομολογήσουμε έργα το 2028, δηλαδή λίγο πριν ολοκληρωθεί το σημερινό χρηματοδοτικό πλαίσιο, όταν τα πάντα θα έχουν προσδιοριστεί.
Επιπλέον, ταυτόχρονα με τα σχέδιά μας, θα έπρεπε να εκτελούμε εργασίες ενίσχυσης των υποδομών και συντηρήσεις. Είναι όλα αλληλένδετα με την κλιματική αλλαγή.
Πρέπει, επίσης, να επανασχεδιάσουμε και τη διαχείριση των υδάτων. Με έναν κεντρικό μηχανισμό που θα μας δίνει δυνατότητα να διαχειριζόμαστε κεντρικά το νερό για την ύδρευση και την άρδευση. Πρέπει να βρεθούν τρόποι ελέγχου. Χρειάζεται ένα πλέγμα μέτρων για να μειώσουμε τις επιπτώσεις μέχρι να βελτιωθούν τα πράγματα.
Πλέον, γνωρίζουμε τα προβλήματα. Εχουμε ενδείξεις εδώ και 15 χρόνια, αλλά δεν πήραμε ποτέ μέτρα. Οι επιστήμονες τα έλεγαν. Τώρα είναι η ώρα για να ληφθούν υπόψη τα δεδομένα. Η λήψη απόφασης έχει οικονομικό, ίσως και πολιτικό κόστος, αλλά είναι θέμα εθνικής διάστασης. Χρειάζονται λύσεις εθνικού χαρακτήρα, πέρα από τα κόμματα για να έχουμε μέλλον βιώσιμου τουρισμού και ύπαρξης πρωτογενούς τομέα.
Πηγή: Πελοπόννησος