Η μείωση του γάλακτος που μπαίνει στην αγορά για τυροκόμηση είναι γεγονός και οι αιτίες είναι πολλές. Εκτός όμως από τις προφανείς, υπάρχουν κι αυτές που δεν φαίνονται αλλά έχουν τα ίδια, ίσως και χειρότερα, αποτελέσματα. Ειδικά για τα πολύτιμα προϊόντα ΠΟΠ.
.Η Ένωση Λέσβου έχει θέση υπόψιν του Εισαγγελέα. Με καταθέσεις στην Εισαγγελία Μυτιλήνης. Με ονόματα, δρομολόγια, τα πάντα. “Μετά από 1,5 χρόνο που έχουν υποβάλει την καταγγελία δεν έχουν κάποια απάντηση”.
Από τις αρχές της φετινής χρονιάς μέχρι και τις αρχές Μαΐου, που καταγράφονταν στην αγορά στη γραβιέρα Νάξου, η παραγωγή της Ένωσης Αγροτικών Συνεταιρισμών (ΕΑΣ) Νάξου είχε μειωθεί κατά 7,7%.
Έναν μήνα μετά, ο πρόεδρος της ΕΑΣ Νάξου Δημήτρης Καπούνης, εκτιμά πως η παραγωγή σε γραβιέρα θα είναι εφέτος μειωμένη κατά 30% σε σχέση με πέρυσι, λόγω των μικρότερων ποσοτήτων γάλακτος που εισκομίζουν οι παραγωγοί στον Συνεταιρισμό.
Η ετήσια παραγωγή της ΕΑΣ Νάξου σε γραβιέρα υπολογίζεται στους 1.250 τόνους, οπότε η μείωση κατά 30% ισοδυναμεί με απώλεια 375 τόνων τελικού προϊόντος από την αγορά. Το συγκεκριμένο τυρί, που είναι ΠΟΠ παράγεται από 80% αγελαδινό γάλα και 20% αιγοπρόβειο, που προέρχεται μόνο από τη Νάξο. Για να διατηρήσει τον ΠΟΠ χαρακτήρα του, απαγορεύεται βάσει των κανόνων προστασίας των ΠΟΠ, η εισκόμιση γάλακτος από αλλού, δηλαδή από τα γύρω νησιά ή από κτηνοτροφικές μονάδες από την υπόλοιπη χώρα. Αυτή η συνθήκη ισχύει για όλα τα ΠΟΠ και ΠΓΕ προϊόντα.
Η Γραβιέρα Νάξου είναι σύμφωνα με την ΕΑΣ το ένα από τα δύο πιο σημαντικά προϊόντα της, γι’ αυτό και προχώρησε στην Πιστοποίησή της ως Προϊόντος Προστατευόμενης Ονομασίας Προέλευσης (Π.Ο.Π.).
Αντίστοιχα προβλήματα, με ελλείψεις στις εισκομιζόμενες ποσότητες πρώτης ύλης και μείωση της παραγωγής του τελικού προϊόντος, αντιμετωπίζει και η Ένωση Τυροκόμων Χανίων. Σύμφωνα με όσα έχουν γίνει γνωστά από τον πρόεδρο Σπύρο Μπαλαντίνο, η παραγωγή σκληρών τυριών του συνεταιρισμού, κάποια εκ των οποίων είναι ΠΟΠ, υποχώρησε τον περασμένο Φεβρουάριο στους 584 τόνους, από 960 τόνους που ήταν τον Φεβρουάριο του 2021. Πρόκειται για μείωση 39,1%.
Μειωμένη είναι η παραγωγή και στη Λέσβο, ένα ακόμη νησί της χώρας που είναι γνωστό για τα ΠΟΠ τυροκομικά του προϊόντα. «Μέχρι στιγμής η παραγωγή είναι μειωμένη κατά 10% και δεν αποκλείεται έως το τέλος του έτους η πτώση να αγγίξει το 20%» λέει ο Ιγνάτιος Θυμέλης, πρόεδρος του Συλλόγου Τυροπαραγωγών Λέσβου. «Υπάρχει έλλειψη στο γάλα στη Λέσβο και σε όλη την Ελλάδα» αναφέρει.
Το πρόβλημα λοιπόν με το γάλα δεν αφορά μόνο τη νησιωτική χώρα. Όπως λέει στο inside story ο αιγοπροβατοτρόφος Δημήτρης Μόσχος, μέλος του Συνδέσμου Ελληνικής Κτηνοτροφίας (ΣΕΚ) και του Διοικητικού Συμβουλίου της Εθνικής Διεπαγγελματικής Οργάνωσης Φέτας: «Το τελευταίο διάστημα σφάζονται αρκετά ζώα εδώ στη Δυτική Μακεδονία. Μόνο στην Καστοριά έχουν οδηγηθεί στη σφαγή 2.500 παραγωγικά ζώα από 75.000 που υπήρχαν, ενώ οκτώ κτηνοτροφικές εκμεταλλεύσεις με σύγχρονους στάβλους που δημιουργήθηκαν την τελευταία 20ετία έχουν κλείσει». Ο ίδιος εκτιμά ότι «ακόμη δεν έχουμε δει τίποτε». Οι προφανείς λόγοι
Ο προφανής λόγος της μείωσης των εισκομιζόμενων ποσοτήτων γάλακτος είναι η η εκτόξευση του κόστους, που κάνει ασύμφορη για τους κτηνοτρόφους την παραγωγή της πρώτης ύλης. Το αυξημένο κόστος των ζωοτροφών αναγκάζει πολλούς κτηνοτρόφους να υποσιτίζουν τα ζώα, τα οποία λόγω κακής διατροφής παράγουν λιγότερο γάλα, ή να τα οδηγούν στη σφαγή. Είναι δηλαδή απλά μαθηματικά. Λιγότερη ή χειρότερης ποιότητας τροφή, ισοδυναμεί με χειρότερη και λιγότερη ποσότητα γάλακτος και κατ’ επέκταση λιγότερες ποσότητες τελικού προϊόντος.
{[φωτό:Συλλογή και δεματοποίηση σανού από τριφύλλι στην ορεινή Ηλεία. [Αντώνης Νικολόπουλος/Eurokinissi]}
Η μείωση της παραγωγής στην κτηνοτροφία οφείλεται σε έναν συνδυασμό πραγμάτων, με τις τιμές των ζωοτροφών να αποτελούν σήμερα το μεγαλύτερο πρόβλημα, λέει ο Νίκος Δημόπουλος, πρόεδρος του Κτηνοτροφικού Συλλόγου Καβάλας. «Τον χειμώνα αγοράζαμε 20 λεπτά τα τριφύλλια και τώρα έχει 20 λεπτά το άχυρο, που δεν έχει καμία διατροφική αξία – το δίνουμε για να γεμίζει η κοιλιά του ζώου», λέει.
Σήμερα το σιτηρέσιο μιας αγελάδας γαλακτοπαραγωγής της φυλής Χολστάιν φθάνει τα 7,5 ευρώ την ημέρα, από 5-5,5 ευρώ που ήταν το αντίστοιχο διάστημα έναν χρόνο πριν. Όμως το κόστος των ζωοτροφών δεν είναι το μοναδικό που έχει αυξηθεί το τελευταίο διάστημα. Το κόστος για τα αρμεκτήρια, τους εργάτες, τη συντήρηση μηχανημάτων, το ρεύμα κ.λπ., από 1.000 ευρώ τον μήνα πλέον ξεπερνά τα 3.000 ευρώ – ενώ το πετρέλαιο από 1,25-1,30 ευρώ έχει ξεπεράσει πλέον τα 2 ευρώ το λίτρο, λέει ο κ. Δημόπουλος.
Στον τομέα της ενδιάμεσης ανάλωσης, δηλαδή του κόστους παραγωγής αγροτικών προϊόντων, η Ελλάδα δαπανά περί τα 6 δισ. ευρώ ετησίως. Κατά μέσο όρο, για την περίοδο 2018-2020, τα μεγαλύτερα ποσοστά κατευθύνονται σε ζωοτροφές (42%) και ενέργεια (16%), ενώ ακολουθούν σπόροι και πολλαπλασιαστικό υλικό (6,5%), λιπάσματα και λοιπά προϊόντα θρέψης (5,4%), γεωργικές υπηρεσίες (5,4%), φυτοπροστατευτικά προϊόντα (4,3%) κ.ά.
Και επειδή η πράξη δεν βγαίνει λόγω του υψηλού κόστους, ο κτηνοτρόφος, σύμφωνα με τον κ. Δημόπουλο, έχει δύο δρόμους: ή να συνεχίσει να χρεώνεται ταΐζοντας με υποκατάστατα το ζώο, το οποίο έτσι έχει χαμηλότερη απόδοση, ή να μειώσει το ζωικό κεφάλαιο.
Σύμφωνα με την έρευνα των EY και Τράπεζας Πειραιώς, η Ελλάδα με βάση τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία (2020) της ΕΕ διατηρούσε την:
- Πρώτη θέση σε πληθυσμό αιγών, με μερίδιο 28,8% ενώ στη δεύτερη θέση ήταν η Ισπανία με 21,4%.
- Πρώτη θέση σε παραγωγή γάλακτος εκτός από αγελάδες (με 56,3% του γάλακτος που παραδόθηκε στα γαλακτοκομεία στην Ελλάδα το 2020 να προέρχεται από προβατίνες και κατσίκες).
- Τρίτη θέση, μετά την Ισπανία και τη Ρουμανία, σε πληθυσμό προβάτων στην Ε.Ε., με μερίδιο 13,3% για το 2020.
Επίσης η Ελλάδα διαθέτει ~800 τυροκομεία –στην πρώτη θέση είναι η Ιταλία με 1.200– σε σύνολο περίπου 4.900 σε όλη την ΕΕ, τα οποία, κατά 94%, συλλέγουν λιγότερους από 5.000 τόνους γάλακτος ετησίως. Και μία αρνητική πρωτιά: η Ελλάδα μαζί με την Κροατία και τη Μάλτα ήταν τα μόνα κράτη-μέλη της ΕΕ όπου η παραγωγή του αγροτικού τομέα ήταν χαμηλότερη το 2020, σε σχέση με το 2005.
Βέβαια είναι κοινό μυστικό ότι αρκετές ποσότητες γάλακτος διακινούνται παράνομα, δηλαδή χέρι με χέρι χωρίς παραστατικά, τιμολόγια και χωρίς να καταγράφονται κάπου. Οι γνωστοί ως «πειρατές», αγοράζουν κατ’ ευθείαν από τη στάνη το γάλα που χρειάζονται για την τυροκόμηση. Δίνουν τα χρήματα στο χέρι και όχι σε επιταγές των 10 ημερών ή των πέντε και έξι μηνών και σε αρκετές περιπτώσεις η τιμή ανά κιλό είναι υψηλότερη από την επικρατούσα τιμή που δίνεται νόμιμα. Η πρακτική αυτή είναι διαδεδομένη σε όλη τη χώρα, όπως και η δήλωση του ίδιου ζωικού κεφαλαίου από 2, 3 ή 5 άτομα μιας οικογένειας. Αυτή η πράξη, όπως λένε στελέχη της αγοράς, «φουσκώνει» το ζωικό κεφάλαιο, άρα και τις επιδοτήσεις, νοθεύοντας τα πραγματικά στοιχεία. Η λεπτομέρεια που κάνει τη διαφορά
Όμως εκτός από τους προφανείς λόγους μείωσης του εισκομιζόμενου γάλακτος, που είναι πολλοί και σημαντικοί, σε αυτήν την περίπτωση υπάρχει μια λεπτομέρεια που κάνει τη διαφορά. Μια λεπτομέρεια που έχει περάσει κάτω από το ραντάρ, έχει ανατρέψει τις ισορροπίες των εισκομίσεων γάλακτος στις τοπικές τυροκομικές μονάδες και σε κάποιες περιπτώσεις έχει οδηγήσει ενώσεις τυροκόμων να προβούν σε επώνυμες καταγγελίες στην Εισαγγελία, ή ανώνυμες στον ΕΛΓΟ. Και στις δύο τελευταίες περιπτώσεις, δεν έχει υπάρξει, μέχρι στιγμής τουλάχιστον, απόκριση επί των καταγγελιών που έχουν γίνει.
Ας πάρουμε τα πράγματα όμως από την αρχή. Τα τελευταία χρόνια, η παραγωγή αγελαδινού και κυρίως αιγοπρόβειου γάλακτος –με το τελευταίο παράγεται η φέτα και πληθώρα τοπικών και κυρίως ΠΟΠ τυριών– έχει μειωθεί, όπως λένε κτηνοτρόφοι και τυροκόμοι στο inside story. Από το 2015 έως και το τέλος 2021, που υπάρχουν επίσημα στοιχεία, λέει ο κ. Δημόπουλος, το ζωικό κεφάλαιο στην αιγοπροβατοτροφία έχει μειωθεί κατά 31%. Δηλαδή από 1,1 εκατ. ζώα, ο πληθυσμός τους έχει υποχωρήσει λίγο πάνω από τις 800.000 και κατ’ επέκταση έχει μειωθεί η εισκομιζόμενη ποσότητα γάλακτος. Την ίδια στιγμή, λόγω της μείωσης της παραγωγής γάλακτος, που έπληξε πέρσι την φέτα, και του σκανδάλου με τη νοθεία στο εθνικό αυτό προϊόν, αυξήθηκε η ζήτηση και κατ’ επέκταση οι τιμές του παραγωγού, κυρίως στις παραδοσιακές ζώνες γάλακτος της χώρας.
Αυτό οδήγησε αρκετές μεγάλες τυροκομικές επιχειρήσεις να αναζητήσουν πρώτη ύλη στη νησιωτική χώρα, η οποία όπως αποδεικνύεται και από επίσημα στοιχεία του ΕΛΓΟ ΔΗΜΗΤΡΑ .Πραδοθείσα ποσότητα και πλήθος παραγωγών νωπού πρόβειου γάλακτος ανά νομό και ανά μήνα ημερολογιακού έτους έχει πολύ χαμηλότερη τιμή από την επικρατούσα στις ζώνες γάλακτος της ηπειρωτικής χώρας, όπου είναι συγκεντρωμένες οι μεγαλύτερες τυροκομικές μονάδες της Ελλάδας.
Η κάθοδος προς την Κρήτη και τη Νάξο ή η άνοδος προς τη Λέσβο γνωστών ονομάτων του εγχώριου επιχειρείν, έχει προκαλέσει «έμφραγμα» στις τοπικές μονάδες που αναζητούν πρώτη ύλη, την οποία δεν βρίσκουν στις ποσότητες που θέλουν ή στις ποσότητες και στις τιμές που αγόραζαν πριν την έλευση των «ξένων».
Από την Κρήτη, αιγοπρόβειο γάλα αγοράζουν τουλάχιστον τέσσερις μεγάλες γαλακτοβιομηχανίες –το όνομα των δύο ενεπλάκη με το σκάνδαλο νοθείας της φέτας
Ο ελέφαντας στο δωμάτιο του ΥΠΑΑΤ και ετοιμάζονται να κατέβουν κι άλλες. Κάποιες εξ αυτών έχουν στήσει σταθμούς συλλογής γάλακτος, κάποιες αγοράζουν γάλα με bypass από τοπικούς συνεταιρισμούς οι οποίοι λειτουργούν ως μεσάζοντες, ενώ κάποιες άλλες απευθείας από τους παραγωγούς.
Μια εκ των μεγάλων εταιρειών που αγοράζει γάλα από την Κρήτη, χωρίς να έχει στήσει προς στιγμήν σταθμό συλλογής, είναι η Ελληνικά Γαλακτοκομεία . Όπως λέει στο inside story ο Στέλιος Μ. Σαράντης, μέλος του διοικητικού συμβουλίου της Ελληνικά Γαλακτοκομεία, ο όμιλος ξεκίνησε να μαζεύει και να συλλέγει γάλα το οποίο το στέλνει στις εγκαταστάσεις του στην ηπειρωτική Ελλάδα, την τελευταία διετία. «Αποφασίσαμε να πάμε στην Κρήτη γιατί είναι μια μεγάλη ζώνη γάλακτος και οι εκεί κτηνοτρόφοι δεν στηρίχθηκαν από τους τοπικούς παραγωγούς», λέει ο κ. Σαράντης.
Στον όμιλο Ελληνικά Γαλακτοκομεία ανήκουν, μεταξύ άλλων, τα εμπορικά σήματα Όλυμπος και Ροδόπη.
Συμφέρει όμως μια βιομηχανία από την Κεντρική Ελλάδα να κατεβαίνει μέχρι την Κρήτη για να πάρει γάλα το οποίο θα πρέπει να ανεβάσει με πλοίο και βυτία στις εγκαταστάσεις της στα Τρίκαλα; «Είναι φθηνότερη η πρώτη ύλη στην Κρήτη, τόσο ώστε να συμφέρει μαζί με το μεταφορικό κόστος. Έρχεται στα ίδια επίπεδα με τις τιμές της ηπειρωτικής χώρας» λέει ο κ. Σαράντης και σημειώνει ότι και για τον όμιλο που εκπροσωπεί και για τους παραγωγούς «είναι μια win win κατάσταση».
Πού χρησιμοποιεί όμως το συγκεκριμένο γάλα η Ελληνικά Γαλακτοκομεία, από τη στιγμή που βάσει της νομοθεσίας δεν μπορεί να παράξει ΠΟΠ προϊόντα, αφού το γάλα μεταφέρεται σε άλλη γεωγραφική περιοχή; «Για τα μη ΠΟΠ προϊόντα αποφασίσαμε να πάμε στην Κρήτη να αγοράσουμε γάλα» αναφέρει ο κ. Σαράντης, ο οποίος λέει ότι με το γάλα αυτό ο όμιλος παράγει πρόβειο γιαούρτι και πρόβειο λευκό τυρί για τις αγορές του εξωτερικού.
Από τους συνολικά 90.000 τόνους ελληνικού αιγοπρόβειου γάλακτος που εισκομίζει ετησίως ο όμιλος, το κρητικό γάλα θα ανέλθει εφέτος στους 8.000-9.000 τόνους – περίπου το 10%. «Από του χρόνου θα πάμε πιο επιθετικά. Στοχεύουμε να εισκομίσουμε διπλάσιες ποσότητες, δηλαδή να παίρνουμε από την Κρήτη περί τους 18.000 τόνους» λέει ο κ. Σαράντης και αφήνει ανοικτό το ενδεχόμενο ο όμιλος να δημιουργήσει σταθμό γάλακτος στο νησί.
Για τους τοπικούς κτηνοτρόφους, η κάθοδος των μεγάλων τυροκομικών μονάδων της χώρας έχει οδηγήσει σε αύξηση της τιμής που πουλάνε. Από 50 λεπτά το κιλό που πούλαγαν πέρυσι το γάλα σε τοπικά τυροκομεία και 60 λεπτά που το έδιναν εφέτος τον Μάρτιο, οι μεγάλοι τυροπαραγωγοί απευθείας ή μέσω τοπικών συνεταιρισμών το αγόρασαν τον Μάρτιο 80 λεπτά και τον Απρίλιο 65 λεπτά, λένε κτηνοτρόφοι που μίλησαν στο inside story. Εκτός όμως από την τιμή, οι κτηνοτρόφοι δεν παραδίδουν οι ίδιοι την πρώτη ύλη· η συλλογή γίνεται από τις εταιρείες, κι αυτό είναι κάτι που τους διευκολύνει, ενώ λένε ότι πληρώνονται άμέσα σε 15 ημέρες, εν αντιθέσει με τους τοπικούς παραγωγούς που πληρώνουν με 3μηνες ή 5μηνες επιταγές. Η σκοτεινή πλευρά
Βέβαια αυτή είναι η μια όψη του νομίσματος. Όπως λένε στο inside story στελέχη του κλάδου, «οι μεγάλοι του κλάδου έχουν την οικονομική ευρωστία να δώσουν σήμερα καλύτερες τιμές από τους τοπικούς παραγωγούς, να πληρώσουν άμεσα και να πάνε να συλλέξουν το γάλα στην πόρτα του κτηνοτρόφου. Το ερώτημα είναι μέχρι πότε θα το κάνουν αυτό. Μέχρι πότε θα πληρώνουν καλύτερα. Η ιστορία έχει δείξει ότι το πάρτυ θα σταματήσει όταν κατακτήσουν τη ζώνη γάλακτος των νησιών, όπως έκαναν και στην ηπειρωτική Ελλάδα».
Επίσης οι τιμές που δίνουν στη νησιωτική χώρα υπολείπονται σημαντικά των τιμών στις οποίες αγοράζουν την πρώτη ύλη από την ηπειρωτική Ελλάδα. Άρα είναι διπλά κερδισμένοι. Και γάλα βρίσκουν, και σε πολύ καλύτερες τιμές το αγοράζουν.
Ένα ακόμα ερώτημα όμως είναι το πόσες ημέρες μένει το γάλα στο βυτίο, πως συντηρείται και ποια είναι η τελική χρήση του. Από την Νάξο υπάρχουν ήδη δύο ανώνυμες αναφορές προς τον ΕΛΓΟ Δήμητρα για τον τρόπο διακίνησης ντόπιου γάλακτος από το νησί στην ηπειρωτική Ελλάδα και την τελική χρήση αυτού. «Τις περισσότερες φορές η συλλογή και διακίνηση του γάλακτος εκτός περιοχής είναι παράνομη» λέει στο inside story ο Ιγνάτιος Θυμέλης, πρόεδρος του Συλλόγου Τυροπαραγωγών Λέσβου. Στη Λέσβο μέχρι στιγμής τρεις εκτός νησιού εταιρείες παίρνουν το γάλα της περιοχής. «Κάποιες παίρνουν το γάλα και το δουλεύουν εδώ, το οποίο είναι νόμιμο. Υπάρχουν και εταιρείες που το μεταφέρουν εκτός Λέσβου και αυτό είναι παράνομο εφόσον γίνεται ΠΟΠ προϊόν» σημειώνει.
«Εμείς όλα αυτά ως Ένωση τα έχουμε θέση υπόψιν του Εισαγγελέα. Έχουμε δώσει καταθέσεις στην Εισαγγελία Μυτιλήνης. Έχουμε καταθέσει ονόματα, δρομολόγια, τα πάντα. Μας φώναξαν δύο φορές για κατάθεση, αλλά πέραν αυτού τίποτε. Μετά από 1,5 χρόνο που έχουμε υποβάλει την καταγγελία δεν έχουμε κάποια απάντηση», λέει.
Σύμφωνα με τον κ. Θυμέλη «δεν υπάρχει λόγος κάποιος να έρθει να πάρει γάλα από εδώ και να μην το κάνει ΠΟΠ προϊόν». Μελέτη της ΕΕ εξάλλου διαπίστωσε Geographical Indications – a European treasure worth €75 billion | European Commission ότι η αξία πώλησης ενός προϊόντος με προστατευόμενη ονομασία είναι κατά μέσο όρο διπλάσια από αυτήν για παρόμοια προϊόντα, αλλά χωρίς πιστοποίηση.
insidestory.gr-Αλεξάνδρα Γκίστη