Τις πληγές που αφήνει πίσω της η πανδημία του κορονοϊού ελπίζουν να καλύψουν με τη φετινή σοδειά οι παραγωγοί κρεμμυδιού στη Βόρεια Ελλάδα, ενώ την ίδια στιγμή το πρόβλημα που ακούει στο όνομα «ελληνοποιήσεις» παραμένει αγκάθι για τους ίδιους. Το πρώτο κύμα της πανδημίας έπιασε τους παραγωγούς κρεμμυδιού κυριολεκτικά στον ύπνο, όπως και άλλες κατηγορίες παραγωγών, καθώς από τη μια το κλείσιμο της εστίασης συρρίκνωσε το δίκτυο πώλησης του κρεμμυδιού και από την άλλη τα περιοριστικά μέτρα στις λαϊκές αγορές είχαν ως αποτέλεσμα μεγάλες ποσότητες της περσινής παραγωγής να μείνουν αδιάθετες για μεγάλο χρονικό διάστημα. Οι παραγωγοί κλήθηκαν να καλύψουν από την τσέπη τους τη ζημιά, καθώς αναγκάστηκαν για να προστατεύσουν την παραγωγή τους να επιστρατεύσουν καταψύκτες – μέχρι να καταφέρουν να πουλήσουν τα κρεμμύδια – με αποτέλεσμα να αυξάνεται το κόστος συντήρησης και να περιορίζεται το κέδρος. Αντίστοιχα, δεν ήταν λίγοι αυτοί που έδωσαν κρεμμύδια σε ιδιαίτερα χαμηλές τιμές, απλά και μόνο για να μην τα δουν να σαπίζουν.
Αισιόδοξα μηνύματα για το 2021
Η φετινή παραγωγή αν και ξεκίνησε με προβλήματα σε ορισμένες περιοχές, ως απόρροια των καιρικών συνθηκών και της παρατεταμένης παγωνιάς, φαίνεται πως εξελίσσεται ομαλά, κάτι που γεννά αισιοδοξία στους καλλιεργητές. «Είχαμε κάποια προβλήματα με τη σπορά φέτος, αλλά πλέον πάει καλά η παραγωγή» εξηγεί η Φρειδερίκη Δημητριάδου, παραγωγός από τη Ροδόπη, ενώ από την πλευρά της η Άννα Καραμιχάλη, παραγωγός από τη Χρυσούπολη εξηγεί πως «εγώ βάζω φρέσκα κρεμμύδια, όχι μεγάλες ποσότητες, πιο πολύ για τη λαϊκή όπου και τα διαθέτω. Φέτος δεν είχαμε προβλήματα, είναι μια καλή χρονιά για εμένα». Στο ίδιο μήκος κύματος και ο Βασίλης Τάσιος, παραγωγός από την Κρύα Βρύση ο οποίος υπογραμμίζει πως «ήλπιζα πως θα έβγαζα περισσότερη παραγωγή αλλά σε γενικές γραμμές πήγε καλά φέτος το κρεμμύδι. Δεν είχαμε προβλήματα με αρρώστιες και ο καιρός μπορώ να πω ότι βοήθησε».
Αν και η παραγωγή κυλάει ομαλά, οι τιμές παραμένουν χαμηλές για το κρεμμύδι, κάτι που το καθιστά ασύμφορη παραγωγή για αρκετούς καλλιεργητές οι οποίοι χρόνο με το χρόνο το εγκαταλείπουν, αδυνατώντας να καλύψουν λειτουργικά έξοδα και να βγάλουν ένα ικανοποιητικό κέρδος. Αυτό εξηγεί και ο Κυριάκος Τσορμπατζίδης από τις Σέρρες, ο οποίος καλλιεργούσε επί σειρά ετών κρεμμύδια ωστόσο τα τελευταία χρόνια έχει σταματήσει. «Οι τιμές δεν είναι καλές. Με 7 και 8 λεπτά δεν μπορείς να κρατήσεις τέτοια παραγωγή και την ίδια στιγμή να πωλείται από τους εμπόρους στα 50 λεπτά. Όταν ξεκίνησα εγώ δίναμε τα κρεμμύδια στα 18 με 22 λεπτά. Εάν η τιμή ήταν τουλάχιστον στα 15 λεπτά τότε θα άξιζε να το παλέψεις» αναφέρει ο ίδιος.
Αγκάθι οι ελληνοποιήσεις
Την ίδια στιγμή ωστόσο εκτός από τις χαμηλές τιμές και τις πληγές της πανδημίας οι παραγωγοί κρεμμυδιού έχουν να αντιμετωπίσουν και το αγκάθι των ελληνοποιήσεων. Όπως τονίζουν, η κατάσταση είναι πλέον ανεξέλεγκτη, καθώς δεν υπάρχει οργανωμένος και συστηματικός έλεγχος με αποτέλεσμα μεγάλες ποσότητες κρεμμυδιών από χώρες όπως η Τουρκία και η Αίγυπτος να «βαπτίζονται» ελληνικές και να φτάνουν στα χέρια των καταναλωτών ως ελληνικά κρεμμύδια.
«Πέρσι είχαμε μεγάλο πρόβλημα με τον κορονοϊό. Έκλεισαν οι ταβέρνες και δυσκολευτήκαμε με τη διάθεση. Εγώ έχω ψυγεία και τα έβαλα μέσα μέχρι να πουληθούν, όμως έτσι ανέβηκε το κόστος συντήρησης. Είμαι αισιόδοξος για τη φετινή παραγωγή αν και δεν μαζέψαμε ακόμη αλλά αυτό που με προβληματίζει είναι οι τιμές και οι ελληνοποιήσεις» εξηγεί ο Άγγελος Ντίκος, παραγωγός από τις Σέρρες.
Μάλιστα, ο ίδιος διευκρινίζει πως «ακούω από συναδέλφους για 7 και 8 λεπτά στη Θήβα, αυτές δεν είναι τιμές είναι θηλιά στον λαιμό. Το ίδιο ισχύει και με τις ελληνοποιήσεις, όπου γίνεται ένας χαμός. Το θέμα είναι ότι δεν γίνονται έλεγχοι, πρέπει να υπάρχει αυστηρός έλεγχος και το κράτος να αναλάβει δράση. Εμείς δεν λέμε να μην μπαίνει ξένο προϊόν στην χώρα, αλλά να υπάρχουν και δικλίδες ασφαλείας για τους παραγωγούς. Πρέπει πρώτα να στηρίζεται η εγχώρια καλλιέργεια και μετά να καλύπτουμε τις ανάγκες μας με τα εισαγόμενα. Αλλά να ξέρει ο καταναλωτής ότι αγοράζει κρεμμύδι Τουρκίας και όχι Σερρών. Στην Ελλάδα έχουν απαγορευτεί αρκετά δραστικά φάρμακα και πολύ σωστά και εμείς που είμαστε συνειδητοποιημένοι παραγωγοί τηρούμε κατά γράμμα τις οδηγίες που παίρνουμε από τους γεωπόνους. Δεν ισχύει όμως το ίδιο για το κρεμμύδι που έρχεται από την Τουρκία, η οποία δεν ανήκει στην ΕΕ και χρησιμοποιούν εκεί δραστικά φάρμακα που στην Ελλάδα έχουν απαγορευτεί εδώ και 30 χρόνια. Μιλάμε για καρκινογόνες ουσίες, σκέτο δηλητήριο που το βαπτίζουν μάλιστα και ελληνικό».
Το πλήγμα από τις ελληνοποιήσεις φαίνεται πως παραμένει μεγάλο για τους παραγωγούς, ενώ στη λίστα των προβλημάτων έρχονται να προστεθούν τα προβλήματα που ανέκυψαν από την πανδημία του κορωνοϊού, δημιουργώντας οικονομική ασφυξία στους καλλιεργητές οι οποίοι σε πείσμα των καιρών ωστόσο συνεχίζουν να καταβάλλουν προσπάθειες για να παραμείνουν «ζωντανοί».
Γιώργος Μαυρίδης-ΕΝΤΥΠΗ ΑΓΡΟΕΚΦΡΑΣΗ