* Δεκέμβρης και μπαίνουμε στο μήνα των γιορτών, με κυρίαρχο διακοσμητικό στοιχείο το έλατο. Το δένδρο μέσα στους αιώνες, πέρα από θρησκευτικό σύμβολο συγκεκριμένα το έλατο, εκτόπισε όλα τα άλλα από το διάκοσμο των Χριστουγέννων (καραβάκι, πεύκα). Πως βρέθηκε στην Ελλάδα, από πού ήλθε πως προσαρμόσθηκε στην Ελληνική χερσόνησο; Πόσα είδη έλατου έχουμε στην πατρίδα μας; Ποια είναι η σχέση μεταξύ τους; Και το κυριότερο μπορούν τα μόνιμα ριζωμένα δένδρα στο έδαφος να μετακινηθούν; Σε αυτά τα ερωτήματα θα απαντήσουμε για να αντιληφθούμε μέσα από την ιστορία της εξέλιξης του έλατου, πως μπορούν να επιβιώνουν τα φυτικά είδη σε ακραίες κλιματικές συνθήκες προσαρμοζόμενα κάθε φορά στις τοπικές συνθήκες κάθε περιοχής.
Πριν από 30.000 χρόνια το έλατο δεν υπήρχε στην Ελληνική χερσόνησο. Υπήρχε στην Κεντρική και Βόρεια Ευρώπη η λευκή ελάτη (Abies alba), ένα αειθαλές κωνοφόρο δέντρο, ψηλό και μακρόβιο (μπορεί να ζήσει από 500 ως και 600 χρόνια), ενώ σε μέγεθος είναι από τα μεγαλύτερα δέντρα ολόκληρης της ηπείρου. Όταν κατά τον πλειστόκαινο και συγκεκριμένα πριν από 110.000 χρόνια περίπου, ξεκίνησε η τελευταία παγετώδης περίοδος, στην Ευρώπη, οι παγετώνες κάλυψαν το μεγαλύτερο μέρος της. Οι σπόροι της λευκής ελάτης διαθέτουν ένα πτερύγιο που τους βοηθά να μετακινούνται σε μεγάλη απόσταση από το μητρικό δένδρο. Έτσι με τη διασπορά των σπόρων της, άρχισε να υποχωρεί προς το νότο, αναζητώντας περιοχές που δεν είχαν καλυφθεί ακόμη από τους παγετώνες. Κέρδισε τη μάχη με το χρόνο και πριν ταφεί κάτω από τεράστια στρώματα πάγων, κατάφερε να φθάσει στο νότιο τμήμα της Ελληνικής χερσονήσου.
Πριν 30.000 χρόνια και ενώ ολόκληρη η Ευρωπαϊκή ήπειρος ήταν πια ένας συνεχόμενος παγετός όγκος, στην Ελληνική χερσόνησο υπήρχαν βέβαια παγωμένοι χειμώνες, όμως η θερμοκρασία του Ιουλίου έφθανε και στους 18ο C, πράγμα που σημαίνει ότι τα χιόνια έλιωναν για αρκετούς μήνες. Έτσι έμενε χρόνος στο ψυχρόβιο έλατο για να μπορέσει να ευδοκιμήσει. Το έλατο λοιπόν βρέθηκε ως μετανάστης σε ένα διαφορετικό περιβάλλον, στο οποίο έπρεπε να προσαρμοστεί για να ανταπεξέλθει και να επιβιώσει. Πρώτα από όλα έπρεπε να βρει χώρο ανάμεσα στα δρυοδάση, στα μαύρα πεύκα και στις οξιές, εκτοπίζοντάς τα. Ένας αφανής στα μάτια μας πόλεμος που γίνεται ακόμη και σήμερα, που δεν διαφέρει σε τίποτε από τους ανθρώπινους πολέμους για επικυριαρχία και εκμετάλλευση πόρων από τους νικητές. Έτσι ενίσχυσε την ικανότητά του να αναπτύσσεται στην σκιά των άλλων δένδρων με πολύ λίγο ήλιο.
Το έλατο έμαθε να φυτρώνει και να παραμένει καχεκτικό σε θαμνώδες ύψος, περιμένοντας με υπομονή την ευκαιρία να ελευθερωθεί κάποιος χώρος. Όταν κάποιο δένδρο που εμποδίζει την ανάπτυξή του ξεραθεί ή μειωθεί η πυκνότητα των κλαδιών του, τότε το έλατο αρχίζει να αναπτύσσεται με μεγάλη ταχύτητα, διατρυπά τον ανώροφο και αρχίζει με την ανάπτυξή του να εκτοπίζει τα γηγενή δένδρα. Με το χρόνο προσάρμοσε το ριζικό του σύστημα ώστε να εκμεταλλεύεται το βαθύ, γόνιμο, χαλαρό και σχετικά υγρό έδαφος των ελληνικών βουνών. Σύντομα εκτόπισε τα περισσότερα είδη και κυριάρχησε στα βουνά της Στερεάς Ελλάδας και της Πελοποννήσου. Κατάφερε ακόμη να περάσει στην Κεφαλονιά και να καλύψει τον Αίνο. Κάπως έτσι δημιουργήθηκε ένα τελείως νέο είδος που πήρε το όνομα Κεφαλληνιακή ελάτη (Abies cephalonika) ή για πολλούς Ελληνική ελάτη. Πριν από 17.000 περίπου χρόνια, κατά τον ολόκαινο, η γη στρέφει τον άξονα της, ώστε να ξαναφέρει το παγωμένο βορινό της ημισφαίριο κόντρα προς τον ήλιο. Αρχίζει σιγά-σιγά να θερμαίνεται και οι πάγοι συρρικνώνονται υποχωρώντας προς τα βόρεια. Η λευκή ελάτη που συνυπήρχε με το εξελιγμένο δημιούργημά της, αλλά δεν κατάφερε να προσαρμοστεί, άρχισε να υποχωρεί και πάλι επιστρέφοντας στα παλιά της εδάφη. Υποφέροντας από τις ντόπιες υψηλές θερμοκρασίες, φθάνει στο θερμοόριό της το οποίο ήταν όπως και πριν τους παγετώνες τα βουνά της Μακεδονίας.
Όμως το κενό που δημιουργήθηκε μεταξύ Νότιας Ελλάδας με την Κεφαλληνιακή και της Βόρειας Ελλάδας με την λευκή ελάτη άρχισε να καλύπτεται από ένα υβρίδιο των δύο ειδών που ονομάστηκε υβριδογενής ελάτη (Abies borissi-regis). Το υβρίδιο αυτό έχει πάρει τα χαρακτηριστικά και των δύο γονέων και καλύπτει σήμερα τη Θεσσαλία, μέρος της βόρειας Πίνδου και της χερσονήσου του Αγίου Όρους.
Έτσι όταν αγοράζουμε Ελληνικό έλατο θα ξέρουμε ότι είναι κάποιο από τα τρία είδη που περιγράψαμε. Εάν θελήσετε να τα ξεχωρίσετε είναι εύκολο.
– Οι βελόνες της λευκής ελάτης είναι χονδρές, εύκαμπτες με εγκοπή σχήματος ‘’ν’’ στην κορυφή τους (ακρόκοιλες). Οι βελόνες είναι τοποθετημένες σε δύο σειρές.
– Οι βελόνες της Κεφαλληνιακής είναι οξυκόρυφεs και στιλπνέs. Φυτρώνουν σε όλο το μήκος των κλαδίσκων με σπειροειδή διάταξη (μόνο στα νεαρά φυτά είναι δίσειρεs).
– Στην υβριδογενή ελάτη οι βελόνες στα κατώτερα κλαδιά είναι οξυκόρυφεs, αλλά μπορούμε να τις συναντήσουμε και με εγκοπή. Στα ψηλότερα κλαδιά οι βελόνες είναι μεγαλύτερες και αποκλειστικά οξυκόρυφεs.
*Άρθρο του Παύλου Κωνσταντινίδη , Δασολόγος Ερευνητης ΙΔΕ
Πηγή: Βιόκηπος