Από την 1η Ιανουαρίου 2026 θα εφαρμοστεί ο φόρος άνθρακα στα σύνορα της ΕΕ (CBAM), χωρία καμία παράταση, όπως δήλωσε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, διαψεύδοντας τις φήμες που είχαν κυκλοφορήσει τελευταία περί αναβολής της ισχύος του μέτρου.
Ο CBAM είναι ένας ειδικός περιβαλλοντικός φόρος που θα επιβληθεί στις εισαγωγές προϊόντων από τρίτες χώρες, κυρίως βιομηχανικών όπως η ηλεκτρική ενέργεια, το αλουμίνιο, το τσιμέντο, τα μέταλλα κλπ, προκειμένου να αποφευχθεί η μετεγκατάσταση ευρωπαϊκών βιομηχανιών εκτός ΕΕ, σε χώρες με χαλαρότερα περιβαλλοντικά μέτρα. Πρόκειται για έναν αμφιλεγόμενο φόρο, που έχει προκαλέσει τις έντονες αντιδράσεις τόσο των ελληνικών βιομηχανιών όσο και ευρύτερα των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων, καθώς εκτιμάται ότι θα αυξήσει το κόστος της εισαγωγής πρώτων υλών και προϊόντων, επιβαρύνοντας το κόστος παραγωγής στην Ευρώπη, πλήττοντας έτσι τη διεθνή ανταγωνιστικότητα των ευρωπαϊκών βιομηχανιών.
Απαντώντας σε ερώτημα της EUROMETAL η οποία ζήτησε διευκρινίσεις από την Κομισιόν για το θέμα, καθώς είχαν κυκλοφορήσει δημοσιεύματα στο τύπο περί πιθανής μετάθεσης της ημερομηνίας εφαρμογής του μέτρου, η αρμόδια διύθυνση της ΕΕ ανακοίνωσε ότι δεν υπάρχει καμία αλλαγή όσον αφορά στο χρόνο έναρξης ισχύος του CBAM.
Αναλυτικότερα, η Κομισιόν ανέφερε ότι: “Η ημερομηνία που θα τεθεί σε ισχύο ο CBAM, η 1η Ιανουαρίου 2026 αποτελεί ευρωπαϊκό νόμο. Μπορει να αλλάξει μόνον μετά από νομοθετική παρέμβαση της Επιτροπής με τη σύμφωνη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου. Τέτοια πρόταση δεν υπάρχει σήμερα στο τραπέζι.”
Οι διευκρινίσεις της Κομισιόν επιβεβαιώνουν ότι η δημοσιονομική φάση του CBAM θα ξεκινήσει όπως έχει προγραμματιστεί, την 1η Ιανουαρίου 2026, στο πλαίσιο του ισχύοντας κανονισμού, ανέφερε η Eurometal στην ανακοίνωσή της.
Εν τω μεταξύ χθες έληξε η δημόσια διαβούλευση που “έτρεξε” η Κομισιόν για την πρωτοβουλία επέκτασης του CBAM και σε ορισμένα άλλα δευτερογενή προιόντα μεταποίησης, καθώς και τα πρόσθετα μέτρα που θα πρέπει να ληφθούν προκειμένου να προληφθούν πρακτικές που μπορεί να οδηγήσουν σε καταστρατήγηση του CBAM, με στόχο την αποφυγή πληρωμής του φόρου, χωρίς να υπάρχει νόμιμη αιτιολόγηση γι αυτό.
Ωστόσο, οι ίδιες εταιρίες ηλεκτρικής ενέργειας της ΕΕ προειδοποιούν για τον κίνδυνο διπλής χρέωσης της τιμής του άνθρακα στις εισαγωγές ηλεκτρισμού από τρίτες χώρες, αν δεν επέλθουν σημαντικές αλλαγές στον τρόπο λειτουργίας του νέου φόρου.
Η Eurelectric, που εκπροσωπεί τις εταιρίες ηλεκτρισμού της Ευρώπης, έχει επσημάνει ότι ορισμένοι κανόνες της τρέχουσας μεταβατικής φάσης του κανονισμού μπορεί να επηρεάσουν τις αγορές ηλεκτρικής ενέργειας, τις εμπορικές ροές και τις τιμές. Παρότι έχουν επέλθει ορισμένες βελτιώσεις, σε σχέση με τις αρχικές ρυθμίσεις του CBAM, υπάρχουν ζητήματα που δεν έχουν αντιμετωπιστεί και τα οποία θα πρέπει να διευθετηθούν πριν τεθεί την 1η Ιανουαρίου 2026 σε πλήρη εφαρμογή ο νέος φόρος σε όλες τις εισαγωγές ηλεκτρικής ενέργειας από τρίτες χώρες.
Οι βιομηχανίες ηλεκτρισμού της Ευρώπης επισημαίνουν ότι οι περισσότεροι συμμετέχοντες στην αγορά ενέργειας και οι εισαγωγείς δεν διαθέτουν τεκμηρίωση σχετικά με την προέλευση ηλεκτρικής ενέργειας – όπως εγγυήσεις προέλευσης ή πιστοποιητικά Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας – ή βεβαιώσεις για άλλους φόρους ή εισφορές που εφαρμόζονται σε άλλες χώρεςστη και τονίζουν ότι ο CBAM μπορεί να δημιουργήσει σοβαρά προβλήματα, με αποτέλεσμα οι εισαγωγείς ηλεκτρικής ενέργειας να αναγκαστούν να πληρώσουν δύο φορές την τιμή του άνθρακα.
Σύμφωνα με τους τρέχοντες κανονισμούς του CBAM, όταν διαπραγματεύεται ενέργεια με χώρες με παρόμοιο μηχανισμό εμπορίας ρύπων (ETS), όπως πχ με τη Βρετανία, οι εισαγωγείς της ΕΕ θα πρέπει να μπορούν να εκπίπτουν την τιμή άνθρακα που έχει ήδη χρεωθεί στη χώρα προέλευσης, εν προκειμένω τη Βρετανία, από την τιμή CBAM.
Επειδή όμως η ηλεκτρική ενέργεια πωλείται σε ανώνυμες αγορές, οι εισαγωγείς δεν διαθέτουν τα απαραίτητα έγγραφα για την πιστοποίηση της καταβληθείσας τιμής του άνθρακα και δεν μπορούν να επωφεληθούν από την έκπτωση αυτή. ‘Ετσι οι εισαγωγείς της ΕΕ κινδυνεύουν να πληρώσουν διπλά την τιμή του άνθρακα – δηλαδή και την τιμή των ρύπων στη χώρα προέλευσης και τον φόρο CBAM. Αυτό οδηγεί σε υψηλότερο κόστος για τους τελικούς χρήστες σε μια εποχή που η ευρωπαϊκή βιομηχανία αντιμετωπίζει προβλήματα ανταγωνιστικότητας.
Η Eurelectric έχει ζητήσει, μεταξύ άλλων, να προβλεφθεί σύνδεση με τις αγορές χωρών όπου λειτουργεί μηχανισμός για τους ρύπους, όπως πχ η Βρετανία και να επιτραπεί η αναγνώριση της τιμής άνθρακα της χώρας προέλευσης χωρίς να απαιτείται από τους εισαγωγείς να παρέχουν πιστοποιητικά, τα οποία είναι σχεδόν αδύνατο να αποκτηθούν.
Προβλήματα όμως εξ αιτίας του CBAM δεν αντιμετωπίζουν μόνον οι εταιρίες ηλεκτρισμού, αλλά και πολλές βιομηχανίες, οι οποίες θεωρούν ότι η επιβολή του φόρου θα αυξήσει το κόστος προμηθειών πρώτων υλών αλλά και προϊόντων μεταποίησης, όπως εξοπλισμός κλπ που είναι απαραίτητα για την παραγωγή των δικών τους προϊόντων, επιβαρύνοντας το κόστος παραγωής στην Ευρώπη και μειώνοντας τη διεθνή ανταγωνιστικότητα.

Ασφυξία στα ευρωπαϊκά χωράφια
Οι Ευρωπαίοι αγρότες βρίσκονται ήδη στα όριά τους. Τα περιθώρια κέρδους είναι ιστορικά χαμηλά – ή και αρνητικά.
Οι λόγοι γνωστοί:
- οι εκρηκτικές αυξήσεις κόστους από το 2020
- η τεράστια επιβάρυνση της ενέργειας
- και φυσικά, τα λιπάσματα, η μεγαλύτερη και πιο αναπόφευκτη δαπάνη των εκμεταλλεύσεων.
Για τους περισσότερους παραγωγούς, τα λιπάσματα αποτελούν 15–30% του συνολικού κόστους παραγωγής. Και ενώ οι τιμές τους είχαν ήδη εκτιναχθεί.
Οι παραγωγοί πρωτογενών προϊόντων, οι μεταποιητές τροφίμων, οι έμποροι και οι εταιρείες ανάμειξης λιπασμάτων κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου για τον οικονομικό αντίκτυπο που θα μπορούσε να έχει η πλήρης εφαρμογή του μηχανισμού CBAM σε ολόκληρη την αλυσίδα αξίας, εάν εφαρμοστεί όπως έχει προγραμματιστεί από την Επιτροπή την 1η Ιανουαρίου 2026.














