Το καλλιεργητικό κόστος και πως αυτό θα αντιμετωπιστεί επισημαίνουν παραγωγοί που απασχολούνται σε διάφορες καλλιέργειες όπως στα σύκα και στις μπανάνες. Εκεί όπως λένε θα κριθεί το μέλλον των καλλιεργειών, καθώς η γεωμετρική αύξηση του κοστολογίου δεν αφήνει περιθώρια ανάπτυξης και συνάμα επιβίωσης ακόμη και παραδοσιακών καλλιεργειών.
Μπανάνες
Υπήρξε μια σημαντική ζημιά στην υπαίθρια μπανάνα ενώ απώλειες είχαμε και σε αυτές του θερμοκηπίου, μας λέει ο κ. Μιχάλης Κεφαλάκης, που εργάζεται στον Συνεταιρισμό Μπανανοπαραγωγών στην Αρβη (Ηράκλειο Κρήτης), ενώ είναι και ο ίδιος παραγωγός.
Όπως μας ανέφερε λόγω του καύσωνα (πέρυσι τον Αύγουστο) και εν συνεχεία του παγετού, προκλήθηκε ζημιά στο 30% με 40% της υπαίθριας καλλιέργειας, ενώ κάτι λιγότερο ήταν η ζημιά στην θερμοκηπιακή μπανάνα.
Σημειώνεται ότι συνολικά σε όλο το νησί καλλιεργούνται περί τα 700 στρέμματα με μπανάνα. Στην μεν υπαίθρια οι αποδόσεις μπορεί να κυμαίνονται από 1 τόνο το στρέμμα μέχρι και 4 τόνους, ενώ στο προϊόν θερμοκηπίου, οι αποδόσεις είναι από 2 τόνους το στρέμμα και μπορεί να φτάσουν ακόμη και τους 7 τόνους,.
Παρά το ότι ζήτηση υπάρχει και αυτό είναι θετικό για τους καλλιεργητές, τα κόστη έχουν ξεφύγει ολοκληρωτικά με τον μεγαλύτερο ρόλο να διαδραματίζουν τα λιπάσματα. Όπως λέει το κόστος ανά στρέμμα στο υπαίθριο προϊόν από 1000 ευρώ που ήταν πέρυσι έχει φτάσει τα 2.000 ευρώ, ενώ στο θερμοκήπιο το κόστος από 1.500 ευρώ άγγιξε τις 3.000 ευρώ.
Όσον αφορά τις τιμές πώλησης από τον παραγωγό για την μεν υπαίθρια μπανάνα είναι στο 1 ευρώ, ενώ αυξημένη κατά 10 λεπτά περίπου είναι η τιμή σε αυτή του θερμοκηπίου.
Υπάρχουν αρκετά θερμοκήπια που θα αρχίσουν να κόβουν καρπό από τον Σεπτέμβρη-Οκτώβρη, μας λέει η κα. Αριστέα Χριστοδουλάκη από την Αρβη. Ο λόγος είναι ότι εξαιτίας των άστατων καιρικών φαινομένων πήγε η καλλιέργεια πίσω. Η μπανάνα, όπως μας λέει η ίδια δεν θέλει ψύχος αλλά ούτε και υγρασίες, προκειμένου η εξέλιξη του καρπού στα διάφορα στάδια ανάπτυξή τους να είναι ομαλή. Όσον αφορά η τιμή για τον παραγωγό θα είναι σταθερά στο 1 ευρώ.
Aποξηραμένα Σύκα
Παρά τη δύσκολη συγκυρία που βιώνει ο αγροτικός τομέας , είτε λόγω της πανδημίας είτε λόγω των αυξήσεων στα κόστη -μόνο το μεταφορικό κόστος αυξήθηκε από 1000 ευρώ ανά κοντέινερ στα 12.000 ευρώ- μας λέει ο Γενικός Διευθυντής στη ΣΥΚΙΚΗ, κ. Γιώργος Αγγελόπουλος, ο παραγωγός στηρίζεται από τον Συνεταιρισμό και επίσης πληρώνεται και λίγο καλύτερα από άλλες χρονιές.
Η ΣΥΚΙΚΗ συγκεντρώνει την πρώτη της ύλη ουσιαστικά από τρεις Νομούς, τη Μεσσηνία, τη Λακωνία και λίγα από την Αρκαδία, αντιπροσωπεύοντας αντίστοιχα επί της συνολικής παραγωγής το 70%, το 25% και το 5% της σοδειάς.
Συνολικά φέτος έχει διαχειριστεί περί τους 2.300 τόνους προϊόν από 14.000 στρέμματα με βάση και τα τελευταία στοιχεία από τον ΟΣΔΕ. Το θετικό, όπως μας λέει είναι ότι οι καιρικές συνθήκες, παρά τα σκαμπανεβάσματα που είχαν δεν επηρέασαν αρνητικά την πορεία της παραγωγής και ως εκ τούτου θεωρείται καλή.
Όπως μας επεσήμανε ο γενικός διευθυντής του συνεταιρισμού ξεκίνησαν κάποιες περιοχές που είναι πιο πρώιμες (στη Λακωνία), οι οποίες αντιστοιχούν στο 20% της συνολικής σοδειάς. Η συγκομιδή ξεκίνησε και αναμένεται να ολοκληρωθεί στα τέλη του Σεπτεμβρίου.
Άξιο λόγου είναι ότι το 95% της σοδειάς αφού αποξηρανθεί και τυποποιηθεί στο σύνολο του με την επωνυμία πάντα ΣΥΚΙΚΗ διοχετεύεται σε αγορές του εξωτερικού και συγκεκριμένα στην Κεντρική Ευρώπη, και ακολουθεί ο Καναδάς, η Αμερική και η Αυστραλία, ενώ κάποιες λίγες ποσότητες πηγαίνουν και στην Ασία. Σημειώνεται ότι για την πραγματοποίηση των επιδιώξεών της η “ΣΥΚΙΚΗ” διαθέτει: Σύγχρονο εργοστάσιο επεξεργασίας και συσκευασίας ξηρών σύκων και παραγωγής συκόπαστας στη βιομηχανική περιοχή της Καλαμάτας με ετήσια δυναμικότητα 4000 τόνων προϊόντων σύκου.
Η συγκομιδή που ξεκίνησε και θα έχει ολοκληρωθεί στα μέσα του Σεπτεμβρίου δείχνει ότι θα είναι σε καλύτερα επίπεδα από τα περυσινά τονίζει ο κ. Γιώργος Πόντος, έμπορος αποξηραμένων σύκων στην Κύμη Ευβοίας. Όπως μας ανέφερε η καλλιέργεια του σύκου φαίνεται ότι θα είναι εξαιρετικά καλή με το κάθε δέντρο να έχει πάνω του έως και 6 με 7 κιλά προϊόν.
Αν , όπως επισημαίνει δεν βρέξει τον τρέχοντα μήνα, τότε η σοδειά θα είναι μεγαλύτερη από την προηγούμενη χρονιά. Ο ίδιος εκτιμά ότι η Βόρεια Εύβοια θα δώσει περίπου 4.000 τόνους προϊόν με την στρεμματική απόδοση να κυμαίνεται στα 300 κιλά περίπου.
Με δεδομένο ότι φέτος τα κόστη , λόγω της ενεργειακής κρίσης έχουν ξεφύγει, ο ίδιος θεωρεί ότι ο παραγωγός θα πληρωθεί υψηλότερα από πέρυσι, όπου για την μεν Α κατηγορία ήταν από 3,30 ευρώ μέχρι 3,45 ευρώ το κιλό, ενώ στη κατηγορία με τα μικρότερα σύκα η τιμή διαμορφώθηκε στα 2,80 ευρώ το κιλό. Σημειώνεται ότι στην Α κατηγορία στο κιλό περιλαμβάνει 50 τεμάχια αποξηραμένο προϊόν και η Β κατηγορία 70 τεμάχια.
Ωστόσο, υποστηρίζει ότι κανείς δεν μπορεί να πει μετά βεβαιότητας ούτε πως θα κλείσει η καλλιεργητική περίοδος ούτε πως θα διαμορφωθεί η τιμή. Σύμφωνα με τον κ. Γιώργο Πόντο η γενικότερη οικονομική και κοινωνική κατάσταση που επικρατεί τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό, δημιουργεί μια ανησυχία στους εμπόρους. Το θετικό κατά τον ίδιο είναι ότι το ελληνικό σύκο διατηρεί μια μεγάλη αναγνωρισιμότητα στις αγορές του εξωτερικού, όπου αποτελεί ένα υψηλής προστιθέμενης αξίας προϊόν, ισχυρότερη έναντι του ανταγωνιστικού προϊόντος από την Τουρκία, που κατά καιρούς έχει να αντιμετωπίσει διάφορα προβλήματα ποιότητας.
Ολοκληρώνοντας ο ίδιος επεσήμανε ότι το 80 έως και το 90% του προϊόντος που εμπορεύεται το διοχετεύει σε αγορές του εξωτερικού.
Όλα δείχνουν ότι η φετινή χρονιά θα είναι εξαιρετική για το αποξηραμένο σύκο, μας λέει έμπορος από την Κύμη Ευβοίας, που όμως θέλει να κρατήσει την ανωνυμία του. Σύμφωνα με τον ίδιο, το αποξηραμένο σύκο για να φτάσει στην τελική του μορφή μπορεί να κάνει και 5 γυρίσματα στην επεξεργασία του από τον παραγωγό, γεγονός που επιβεβαιώνει και τη δυσκολία στην μεταποίησή του. Παράμετρος στην οποία όμως οφείλεται η υψηλή προστιθέμενη αξία που χαρακτηρίζει το προϊόν.
Ειδικότερα για την τρέχουσα περίοδο, σημείωσε ότι οι έως τώρα ενδείξεις είναι ότι η σοδειά θα είναι μεγαλύτερη από πέρυσι, λόγω του εξαιρετικά καλού καιρού που επικράτησε την προηγούμενη περίοδο, οι τιμές θα είναι υψηλότερες, καθώς οι έμποροι είναι διατεθειμένοι λόγω των αυξήσεων του κοστολογίου να πληρώσουν περισσότερο και τέλος δεν υπάρχει περίπτωση να μείνει αδιάθετο προϊόν, εξαιτίας των αναταράξεων που υπάρχουν στο εξωτερικό.
Όπως λέει δεν υπάρχουν ακριβή στοιχεία για την συγκεκριμένη καλλιέργεια, ενώ ένα από τα βασικά προβλήματα που αντιμετωπίζει το επώνυμο τυποποιημένο προϊόν είναι ότι υπάρχουν αρκετοί παραγωγοί που το διαθέτουν οι ίδιοι ατυποποίητο.
Η διατροφική αξία των ξηρών σύκων
Τα ξηρά σύκα είναι πλούσια σε βιταμίνες B1 και Β6 και σε μέταλλα όπως ασβέστιο, φώσφορο, κάλιο και Μαγνήσιο.
Επιπλέον των παραπάνω, τα ξηρά σύκα περιέχουν μεγάλο ποσοστό φυτικών ινών οι οποίες βοηθούν στη μείωση της χοληστερίνης και των τριγλυκεριδίων αφού μέσω αυτών καθαρίζουν και αποτοξινώνουν τον οργανισμό.
Εκατό γραμμάρια ξηρών σύκων περιέχουν 12,5 γραμμάρια φυτικών ινών τη στιγμή που η ελάχιστη ημερήσια πρόσληψη φυτικών ινών προερχόμενη από διάφορες πηγές είναι το λιγότερο 25 γραμμάρια.
Λόγω της υψηλής υπακτικής αξίας χρησιμοποιούνται στη φαρμακολογία ως φυτικό- φυσικό υπακτικό έναντι άλλων χημικών σκευασμάτων.
- Της Δέσποινας Καραγιαννοπούλου
- ΕΝΤΥΠΗ ΑΓΡΟΕΚΦΡΑΣΗ