Σύμφωνα με το δελτίο τύπου ΣΠΕΛ, αναλυτικά αναφέρεται:
Έκδοση ΚΥΑ για τη ρύθμιση της κυκλοφορίας των εθνικών λιπασμάτων – Ανόργανων Λιπασμάτων Ελληνικών Προδιαγραφών
Παρά τις επανειλημμένες οχλήσεις, παρεμβάσεις και επιστολές του ΣΠΕΛ εδώ και 1,5 χρόνο με έκπληξη διαπιστώνουμε ότι δεν έχουμε καμία πρόοδο στην έκδοση της ΚΥΑ για τη ρύθμιση της κυκλοφορίας των εθνικών λιπασμάτων – Ανόργανων Λιπασμάτων Ελληνικών Προδιαγραφών.
Με βάση τη δυνατότητα που δίνει ο Νέος Ευρωπαϊκός Κανονισμός στα Κράτη Μέλη, όμορες και ανταγωνιστικές χώρες, δηλαδή η Ισπανία από 18-2-2022 και η Ιταλία από 12-4-22 έχουν ήδη προβεί σε αντίστοιχη νομοθετική ρύθμιση, εντάσσοντας στην εθνική νομοθεσία τους όλα αυτά τα προϊόντα που ήταν και στον ΕΚ 2003/2003.
Ο ΣΠΕΛ, ως ο Σύνδεσμος Παραγωγών και Εμπόρων Λιπασμάτων, αριθμεί 65 Εταιρείες – Μέλη που δραστηριοποιούνται στην παραγωγή, διακίνηση και εμπορία λιπασμάτων και προϊόντων θρέψης στη χώρα μας.Συγκεκριμένα, εκπροσωπεί το σύνολο σχεδόν των Ελληνικών Εταιρειώνκαι το σύνολο των πολυεθνικών εταιρειών που δραστηριοποιούνται στη χώρα μας εκπροσωπώντας πάνω από το 70% της Ελληνικής Αγοράς. Οι Εταιρείες – Μέλη του ΣΠΕΛ διακρίνονται για την παραγωγή, εμπορία και διακίνηση προϊόντων θρέψης και λιπασμάτων υψηλής ποιότητας και προδιαγραφών με καινοτόμες τεχνολογίες και πρωτοπόρα σκευάσματα.
Τα προϊόντα λίπανσης που κυκλοφορούσαν για 20 και πλέον χρόνια στην Ελληνική Αγορά, εντάσσονταν στις διατάξεις του Ευρωπαϊκού Κανονισμού (ΕΚ) 2003/2003 και καλύπτουν το 85% των λιπασμάτων που χρησιμοποιούνται από τους Έλληνες αγρότες. Είναι γεγονός ότι τα λιπάσματα αυτά έχουν αποδείξει τόσο με επιστημονικές μελέτες όσο και από την πρακτική τους χρήση την αγρονομική τους αξία.
Ωστόσο, από τις 16-7-2022, καταργήθηκε ο Κανονισμός ΕΚ. 2003/2003 και αντικαταστάθηκε από τον Νέο Ευρωπαϊκό Κανονισμό για τα Προϊόντα λίπανσης (ΕΕ 1009/2019).
Επί πλέον, ο Κανονισμός 1009/2019/ΕΕ δεν θίγει και δεν απαγορεύει τη διάθεση στην αγορά των προϊόντων λίπανσης-λιπασμάτων που δεν φέρουν το σήμα CE, των αποκαλούμενων «εθνικών λιπασμάτων» που διατίθενται στην αγορά. Αντίθετα, επιτρέπει οι παραγωγοί προϊόντων λίπανσης- λιπασμάτων να επιλέξουν να διαθέσουν στην αγορά ένα προϊόν λίπανσης ως «Λίπασμα CE» ή ως «Εθνικά Λιπάσματα».
Με θετική εισήγηση από την Αρμόδια Υπηρεσία του ΥΠΑΑΤ, το Γενικό Χημείο του Κράτους και την ΤΕΓΕΛ, συντάχθηκε και η ΚΥΑ που ορίζει τις προϋποθέσεις κυκλοφορίας των εθνικών λιπασμάτων – Ανόργανων Λιπασμάτων Ελληνικών Προδιαγραφών.
Ωστόσο, μέχρι σήμερα δεν έχει εκδοθεί η ΚΥΑ, με αποτέλεσμα να υπάρχει θεμελιώδες νομικό κενό.
Τα μέλη μας εκφράζουν τη δυσαρέσκεια τους, την έντονη ανησυχία τους, αλλά και την απορία τους για το πώς θα κυκλοφορήσουν λιπάσματα εάν επιλέξουν (όπως τους δίνει ο Κανονισμός 1009/2019/ΕΕ. αυτή τη δυνατότητα) να μην ενταχθούνσε αυτόν.
Η μη έκδοση αυτής της ΚΥΑ αντιβαίνει τους όρους του υγιούς ανταγωνισμού, προκαλεί εμπορική ζημία στις εταιρείες- μέλη μας, θα προκαλέσει μείωση των θέσεων εργασίας και θα απειλήσει τη βιωσιμότητα πολλών εταιρειών και ιδιαίτερα των μικρών και μικρομεσαίων ελληνικών επιχειρήσεων.
Αξίζει να σημειωθεί, επίσης, ότι λιπάσματα αυτών των προδιαγραφών θα μπορούν να εισάγονται με αμοιβαία αναγνώριση από άλλα Κράτη Μέλη, όπως η Ιταλία και η Ισπανία, ενώ στην Ελλάδα δεν θα μπορούν οι εταιρείες να τα παράγουν και να τα κυκλοφορούν και αντίστοιχα να τα εξάγουν.
Παράλληλα, όλη αυτή η καθυστέρηση της έκδοσης της ΚΥΑ προκαλεί ήδη σοβαρές ελλείψεις λιπασμάτων στην αγορά, θα δυσκολέψει σημαντικά τους Έλληνες αγρότες και θα επιφέρει σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις με όρους ποιότητας και ποσότητας στην αγροτική παραγωγή, προκαλώντας εν τέλει ζημία στην Εθνική Οικονομία.
Σε μια τόσο δύσκολη συγκυρία για τον κλάδο των λιπασμάτων και γενικά για την ελληνική γεωργία,πραγματικά δεν κατανοούμετην παρελκυστική στάση του ΥΠΑΑΤ και τη μη έκδοση της ΚΥΑ κάτι που αναμένουν όλα τα Μέλη του Συνδέσμου Παραγωγών και Εμπόρων Λιπασμάτων.
Με εκτίμηση,
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΡΟΥΣΣΕΑΣ ΔΗΜΗΤΡΗΣ
Ο ΓΕΝ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ ΚΥΡΙΑΚΙΔΗΣ ΝΙΚΟΣ