Το νομοσχέδιο για τον ΕΛΓΟ-Δήμητρα είχε σαν αποτέλεσμα την σύμπνοια απόψεων μεταξύ ΣΕΚ και Συνδέσμου ελληνικών βιομηχανιών γαλ/κών προϊόντων (ΣΕΒΓΑΠ) που είναι αντίθετοι και οι δύο για το (ένα ακόμα) νομοσχέδιο που κατατέθηκε.
Μάλιστα ο ΣΕΒΓΑΠ, προχωράει ένα βήμα παραπέρα και εκτός που ζητά την απόσυρσή του, δηλώνει ότι θα προσφύγει δικαστικά για την κατοχύρωση των αυτονόητων και την αποκατάσταση της νομιμότητας.
Τι υποστηρίζει ο ΣΕΒΓΑΠ
Ο Σύνδεσμος Ελληνικών Βιομηχανίων Γαλ/κων Προϊόντων (ΣΕΒΓΑΠ) ιδρύθηκε το 1982 και εκπροσωπεί τον σημαντικότερο κλάδο των επιχειρήσεων τροφίμων στην Ελλάδα. Ανταγωνίζεται όλες τις ξένες επιχειρήσεις αυξάνοντας συνεχώς τις εξαγωγές των γαλ/κων προϊόντων, στηρίζοντας σημαντικά όχι μόνο την οικονομία της χώρας αλλά και τον ευαίσθητο πρωτογενή τομέα.
Ο ΣΕΒΓΑΠ έχει δηλώσει κατ’ επανάληψη την θέση του για την πλήρη τήρηση των επιταγών της νομοθεσίας απ’ όλους και την πιστή διατήρηση της παράδοσης και της ιστορίας των παραδοσιακών μας προϊόντων.
Πάγια θέση του Συνδέσμου ήταν και παραμένει η αμέριστη στήριξη των δράσεων του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων (ΥΠΑΑΤ) που στοχεύουν σε αυτές τις αρχές, γεγονός που γνωστοποιήσαμε και στον σημερινό υπουργό ΑΑΤ από την πρώτη μέρα ανάληψης των καθηκόντων του. Ταυτόχρονα όμως τονίσαμε και το δεοντολογικά αυτονόητο, ότι καμία απόφαση που να αφορά τον κλάδο δεν πρέπει να λαμβάνεται από το ΥΠΑΑΤ χωρίς να έχει προηγηθεί διαβούλευση με τον Σύνδεσμο και όλων των υπόλοιπων φορέων που οι αποφάσεις αυτές τους αφορούν.
Παρά τις προφορικές διαβεβαιώσεις του Υπουργού για τα ως άνω αυτονόητα, ο Υπουργός δεν ζήτησε ούτε μια φορά την άποψη του Συνδέσμου, με αποκορύφωμα την έκδοση αυτού του κατάπτυστου σε περιεχόμενο Νομοσχεδίου που αφορά την οργάνωση και λειτουργία του Οργανισμού ΕΛΓΟ ΔΗΜΗΤΡΑ. Οι απόλυτες διαβεβαιώσεις του Υπουργού ότι θα διαβουλευτεί με τον ΣΕΒΓΑΠ πριν την σύνταξή του, διαψευσθήκαν στην πράξη. Αποτέλεσμα αυτής της αλαζονικής τακτικής ήταν το ΥΠΑΑΤ να εκδώσει ένα απαράδεκτο νομοσχέδιο, που αφορά τον Οργανισμό ΕΛΓΟ ΔΗΜΗΤΡΑ, το οποίο αντί να επιλύει σοβαρότατα προβλήματα του χώρου, να τα επιδεινώνει και μάλιστα σε υπερθετικό βαθμό. Τον μείζονα αυτό κίνδυνο ο ΣΕΒΓΑΠ τον γνώρισε γραπτώς τόσο στο γραφείου του πρωθυπουργού όσο και του Υπουργού Επικρατείας ζητώντας την απόσυρση του νομοσχεδίου και την επανέκδοσή του μόνο αν ακολουθηθούν όλα τα στάδια της διαβούλευσης. Δυστυχώς όμως αντ’ αυτού το νομοσχέδιο κατατέθηκε για ψήφιση στην Βουλή ως έχει, αποδεικνύοντας ότι η αλαζονεία του ΥΠΑΑΤ δεν περιορίζεται μόνο στα σύνορά του.
Το νομοσχέδιο είναι στην κυριολεξία, σχεδόν σε κάθε του άρθρο προς την λάθος κατεύθυνση. Επιγραμματικά, όχι μόνο δεν προάγει το αυτονόητο της μιας και μόνο αρχής ελέγχου χωρίς επικαλύψεις, καθυστερήσεις αποφάσεων και υψηλό κόστος λειτουργίας αλλά απεναντίας έχει διασπάσει τις αρχές με αλληλοκαλυπτομενες αρμοδιότητες και αδυναμία ουσιαστικού ελέγχου. Τις εισφορές των μελών του Συνδέσμου και των κτηνοτρόφων, που ετησίως συμποσούνται σε πολλά εκατομμύρια ευρώ, και οι οποίες έχουν αποθεματοποιηθει στα ταμεία του ΕΛΓΟ ΔΗΜΗΤΡΑ σε πολλές δεκάδες εκατομμύριων ευρώ, παρανόμως οικειοποιείται και χρησιμοποιεί προς κάθε αλλότρια δραστηριότητα του Οργανισμού ενώ προορίζεται μόνο ανταποδοτικά, δηλαδή μόνο για δράσεις που αφορούν την περεταίρω ανάπτυξη και εξυγίανση του κλάδου μας. Αυτή είναι μια όχι μόνο επαίσχυντη επιλογή αλλά και τελεολογικά παράνομη. Το νομοσχέδιο αποδεικνύει ότι ο συντάκτης του και κατ επέκταση το Υπουργείο δεν έχει την παραμικρή ιδέα πως πραγματοποιούνται αποτελεσματικοί έλεγχοι της αγοράς παρότι έχει στην διάθεσή του τα μοντέλα ελέγχων που εφαρμόζουν οι περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες με υποπολλαπλάσιο κόστος και πολλαπλάσια αποτελεσματικότητα. Το ΥΠΑΑΤ ζει στον προηγούμενο αιώνα περιορίζοντας τους ελέγχους μόνο στην ελληνική επικράτεια όταν η πλειοψηφία ορισμένων πολύ βασικών και σημαντικών προϊόντων (όπως η Φέτα) κατά κανόνα εξάγονται παρά καταναλώνονται εγχωριως.
Επειδή το εν λόγω νομοσχέδιο θα δημιουργήσει μεγάλα προβλήματα στον κλάδο μας, ενώ ήταν η μεγάλη ευκαιρία επίλυσής των ήδη υπαρχόντων, κι επειδή κανείς δεν έχει δικαίωμα να υπονομεύει την ανάπτυξη και το μέλλον αυτού του κλάδου και της χώρας μας γενικότερα, ο ΣΕΒΓΑΠ, ζητά την απόσυρσή του, διαφορετικά θα προσφύγει δικαστικά για την κατοχύρωση των αυτονόητων και την αποκατάσταση της νομιμότητας.
Τι υποστηρίζει ο ΣΕΚ
Όπως υποστηρίζει, το σχέδιο νόμου είναι τόσο γενικό, ώστε να μπορεί να επιδέχεται πλήθος ερμηνειών: «Οι ιδρυτικοί νόμοι των επιμέρους οργανισμών, οι οποίοι περιείχαν αναλυτική περιγραφή των αρμοδιοτήτων τους, που αφορούν άμεσα τους παραγωγούς, καταργούνται. Στο παρόν σχέδιο νόμου δεν υπάρχει ανάλογη αναφορά και μάλιστα, σε μια παράγραφο αναφέρεται ότι οι αρμοδιότητες του Οργανισμού μπορεί να ορίζονται ακόμη και από το ίδιο το Δ.Σ. Επίσης, σε κανένα σημείο δεν υπάρχει αναφορά στους πόρους που απαιτούνται για τη λειτουργία του, ούτε σε οργανικές θέσεις, ούτε σε θέματα επαρκούς στελέχωσης/αύξησης του προσωπικού.
Οι συνεργασίες
Επίσης, η κτηνοτροφική οργάνωση επισημαίνει ότι το σχέδιο νόμου δεν αποβλέπει στην εξασφάλιση μιας λειτουργικής και αποτελεσματικής δομής του Οργανισμού στο γενικότερο πλαίσιο της συνεργασίας με τους φορείς των παραγωγών. Μέσω των οργάνων που προβλέπει στοχεύει κυρίως να προσφέρει στον ιδιωτικό τομέα τη δυνατότητα παρέμβασης στις δραστηριότητες της έρευνας και της διαφύλαξης των πολύτιμων φυτικών και ζωικών γενετικών πόρων της χώρας. «Όλοι γνωρίζουμε όμως ότι τα αποτελέσματα από αυτές τις δραστηριότητες θα πρέπει να ανήκουν σε αυτούς που θα κληθούν σε τελευταία ανάλυση να τα εφαρμόσουν, δηλαδή στους θεματοφύλακες και παραγωγούς του αγροδιατροφικού πλούτου της χώρας, γεωργούς και κτηνοτρόφους», υπογραμμίζει.
Τα παραπάνω – όπως επισημαίνεται – θα είναι οι συνέπειες που θα προκύψουν, τόσο από την προβλεπόμενη στο σχέδιο νόμου μετάθεση της δημιουργίας της ουσιαστικής λειτουργικής δομής του Οργανισμού σε έναν μελλοντικό, υπό ψήφιση, Εσωτερικό Κανονισμό, όσο και από την έλλειψη κάθε δεσμευτικής αναφοράς στην εξασφάλιση της βασικής ετήσιας χρηματοδότησης με βάση τις εκάστοτε ανάγκες και προτεραιότητες.
Η χρηματοδότηση
Σε ότι αφορά τη χρηματοδότηση του Οργανισμού, ο ΣΕΚ υπενθυμίζει πως ο τομέας της παραγωγής και αξιοποίησης των ζωικών προϊόντων στην αγροδιατροφική αλυσίδα συμβάλλει σε πολύ ουσιαστικό, διψήφιο, ποσοστό στον προϋπολογισμό του ΕΛΓΟ. Μάλιστα σημειώνει ότι οι εισφορές του τομέα έχουν προορισμό την ανταποδοτική προσφορά από τον Οργανισμό μακροπρόθεσμων μεν αλλά όχι κατ’ ανάγκην μόνιμων υπηρεσιών. Οι εισφορές όμως που επιβαρύνουν σήμερα το γάλα και το κρέας με το υπό ψήφιση σχέδιο νόμου ουσιαστικά μονιμοποιούνται, εφόσον εξαιρούνται από οποιαδήποτε επανεξέταση (άρθρο 24 – Εξουσιοδοτικές διατάξεις – παράγραφος 8).
Ο ρόλος των κτηνοτρόφων και των διεπαγγελματικών
Από τα ανωτέρω, ο ΣΕΚ σημειώνει ότι προκύπτουν δύο προφανείς αναγκαιότητες σχετικά με την παρουσία στον ΕΛΓΟ του σημαντικού χρηματοδότη του, που είναι οι κτηνοτρόφοι και οι διεπαγγελματικές οργανώσεις του τομέα. Πρώτη, η διασφάλιση της συμμετοχής τους στις αποφάσεις, μέσω της θεσμοθετημένης συμμετοχής των εκπροσώπων τους στο Διοικητικό Συμβούλιο και στο νεοσύστατο Συμβούλιο Εμπειρογνωμόνων του Οργανισμού. Δεύτερη, η συμμετοχή του αγροδιατροφικού τομέα στη λειτουργία και αξιοποίηση του βασικού ψηφιακού εργαλείου ΑΡΤΕΜΙΣ που σχεδιάστηκε και λειτουργεί για την προστασία των προϊόντων ζωικής παραγωγής.
Σημειώνει ακόμη ότι, για το κύριο λειτουργικό συστατικό του Οργανισμού, που είναι το επιστημονικό προσωπικό του, το οποίο διαθέτει το επιστημονικό επίπεδο, την εμπειρία και τις εθνικές και διεθνείς διασυνδέσεις που χρειάζεται η σύγχρονη αγροτική έρευνα, δεν γίνεται στο σχέδιο νόμου συγκεκριμένη αναφορά. Η γενική σύνδεσή του με την λειτουργική δομή του Οργανισμού δεν είναι επαρκής. Χρειάζεται ουσιαστική αναφορά στην οργανωτική δομή του προσωπικού και στην επαγγελματική του κατοχύρωση, απαραίτητη για την πραγματοποίηση των, ως επί το πλείστον, μακροπρόθεσμων στόχων των ερευνητικών αντικειμένων του Οργανισμού.
Οι προτάσεις
Στις προτάσεις που κατέθεσε ο ΣΕΚ ζητά τα εξής,
- Τρείς επιπλέον θέσεις στο ΔΣ της Οργάνωσης για τις αντίστοιχες διεπαγγελματικές οργανώσεις του κτηνοτροφικού αγροδιατροφικού τομέα (Φέτας, Κρέατος και Πτηνοτροφίας)
- Την αναμόρφωση του υπό σύσταση Συμβουλίου Εμπειρογνωμόνων με την δημιουργία ενός ευρύτερου οργάνου, όπου θα συμμετέχουν, όλες οι διεπαγγελματικές οργανώσεις του αγροτικού χώρου, εκπρόσωποι του ερευνητικού τομέα (Πανεπιστήμια, ΕΛΓΟ) και εκπρόσωποι του ιδιωτικούσυνεταιριστικού τομέα.
- Συγκεκριμένη αναφορά στο έργο, τις βαθμίδες και την εξέλιξη του επιστημονικού προσωπικού του Οργανισμού.
- Την επανεξέταση των εισφορών επί των προϊόντων ζωικής παραγωγής του αγροδιατροφικού τομέα, στη βάση της σκοπιμότητας της εφαρμογής και της δικαιότερης κατανομής τους.
- Την αποδοχή των προτάσεών μας που ήδη έχουμε καταθέσει, στη διαβούλευση.